Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
shortened
Παραδείγματα
The shortened ladder made it easier to reach the lower shelves without overreaching.
Η κοντύτερη σκάλα έκανε ευκολότερη την πρόσβαση στα κάτω ράφια χωρίς υπερβολική έκταση.
The shortened skirt was more practical for the day's activities and the weather.
Η κοντέ φούστα ήταν πιο πρακτική για τις δραστηριότητες της ημέρας και τον καιρό.
02
συντομευμένος, περικομμένος
with parts removed
03
συντομευμένος, περικομμένος
cut short in duration
04
shortened by or as if by means of parts that slide one within another or are crushed one into another
Λεξικό Δέντρο
shortened
shorten



























