Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to shelve
01
αναβάλλω, καθυστερώ
hold back to a later time
02
τοποθετώ σε ράφι, βάζω σε ράφι
place on a shelf
Λεξικό Δέντρο
shelver
shelve
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
αναβάλλω, καθυστερώ
τοποθετώ σε ράφι, βάζω σε ράφι
Λεξικό Δέντρο