Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
scarily
01
τρομακτικά, με τρομακτικό τρόπο
in a way that causes fear, unease, or alarm
Παραδείγματα
The road twisted scarily along the edge of the cliff.
Ο δρόμος κύλισε τρομακτικά κατά μήκος της άκρης του βράχου.
Prices have been rising scarily fast in recent weeks.
Οι τιμές έχουν αυξηθεί τρομακτικά γρήγορα τις τελευταίες εβδομάδες.
1.1
τρομακτικά, με τρομακτική ομοιότητα
in a way that is startlingly intense, accurate, or similar
Παραδείγματα
That robot moves scarily like a human.
Αυτό το ρομπότ κινείται τρομακτικά σαν άνθρωπος.
His handwriting is scarily similar to mine.
Το γράψιμό του είναι τρομακτικά παρόμοιο με το δικό μου.
Λεξικό Δέντρο
scarily
scary
scar



























