Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Basalt
01
βασάλτης
a type of dark, fine-grained igneous rock formed from cooled lava, characterized by its dense composition and typically dark gray to black color
Παραδείγματα
The volcanic island was primarily composed of basalt.
Το ηφαιστειακό νησί αποτελούνταν κυρίως από βασάλτη.
Basalt is commonly used as a building material due to its durability and resistance to weathering.
Ο βασάλτης χρησιμοποιείται συνήθως ως οικοδομικό υλικό λόγω της ανθεκτικότητας και της αντοχής του στις καιρικές συνθήκες.
Λεξικό Δέντρο
basaltic
basalt



























