Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
refrigerated
01
ψυγμένος, διατηρημένος στο κρύο
made or kept cold by refrigeration
Λεξικό Δέντρο
refrigerated
refrigerate
refriger
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ψυγμένος, διατηρημένος στο κρύο
Λεξικό Δέντρο