Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Bare bones
01
τα βασικά, τα πιο σημαντικά στοιχεία
the most important or basic facts about something
Παραδείγματα
The report provided only the bare bones of the investigation, lacking detailed analysis and supporting evidence.
Η έκθεση παρείχε μόνο τα βασικά στοιχεία της έρευνας, χωρίς λεπτομερή ανάλυση και αποδεικτικά στοιχεία.
The new apartment was unfurnished, with only the bare bones of essential appliances and fixtures.
Το νέο διαμέρισμα ήταν άνευ επίπλων, με μόνο τα βασικά στοιχεία των απαραίτητων συσκευών και εγκαταστάσεων.



























