Reclaimable
volume
British pronunciation/ɹɪklˈe‍ɪməbə‍l/
American pronunciation/ɹɪklˈeɪməbəl/

Ορισμός και Σημασία του "reclaimable"

reclaimable
01

capable of being used again

word family

claim

claim

Verb

reclaim

Verb

reclaimable

Adjective

irreclaimable

Adjective

irreclaimable

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store