pitiably
pi
ˈpɪ
πι
tiab
tɪəb
τιαμπ
ly
li
λι
British pronunciation
/pˈɪtɪəbli/

Ορισμός και σημασία του "pitiably"στα αγγλικά

01

οικτρά, με τρόπο που προκαλεί συμπόνια

in a way that causes sympathy or compassion because of weakness or suffering
example
Παραδείγματα
The kitten looked up pitiably with its big, sad eyes.
Το γατάκι κοίταξε προς τα πάνω οικτρά με τα μεγάλα, θλιμμένα του μάτια.
She waited pitiably for someone to help her carry the heavy bags.
Περίμενε οικτρά για κάποιον να τη βοηθήσει να κουβαλήσει τις βαριές τσάντες.

Λεξικό Δέντρο

pitiably
pitiable
pity
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store