Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
parched
01
διψασμένος, αφυδατωμένος
extremely thirsty or in need of liquid refreshment
Παραδείγματα
After spending hours in the hot sun, he felt parched and desperately needed a drink of water.
Αφού πέρασε ώρες στον καυτό ήλιο, ένιωθε ξεραμένος και απεγνωσμένα χρειαζόταν ένα ποτήρι νερό.
The air conditioning broke down, leaving the office feeling hot and stuffy, and everyone felt parched by the afternoon.
Το κλιματιστικό χαλάει, αφήνοντας το γραφείο ζεστό και αποπνικτικό, και όλοι ένιωσαν διψασμένοι το απόγευμα.
Παραδείγματα
The parched ground cracked under the intense sun.
Το ξεραμένο έδαφος ράγισε κάτω από τον έντονο ήλιο.
The parched fields were in dire need of rain.
Οι ξεραμένοι αγροί είχαν απεγνωσμένη ανάγκη για βροχή.
03
ψημένος, ελαφρώς ψημένος
toasted or roasted slightly
Parched
01
ένα απλό σύστημα λογιστικής, ένα βιβλίο λογιστικής με μία εγγραφή
a simple bookkeeping system; transactions are entered in only one account
Λεξικό Δέντρο
parched
parch



























