LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Paramour
/pˈæɹɐmˌɔː/
/pˈæɹɐmˌʊɹ/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "paramour"
Paramour
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a lover, especially one in a secret or illicit relationship
02
a woman's lover
paramour
n
Παράδειγμα
He
penned
love letters
to
his
paramour
,
arranging
trysts
in
the
garden
where
they
first
met
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App