Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Pale ale
01
ανοιχτή μπύρα, pale ale
a type of beer that is characterized by its light color, hoppy flavor, and refreshing finish
Παραδείγματα
I ordered a pale ale to enjoy with my meal at the pub.
Παρήγγειλα μια pale ale για να την απολαύσω με το γεύμα μου στο παμπ.
The pale ale had a crisp, refreshing taste with a subtle hop aroma.
Η pale ale είχε μια τραγανή, δροσιστική γεύση με μια διακριτική αρωματική νότα λυκίσκου.



























