Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
autonomic plexus
/ɔːtənˈɑːmɪk plˈɛksəs/
/ɔːtənˈɒmɪk plˈɛksəs/
Autonomic plexus
01
αυτόνομο πλέγμα, αυτόνομο νευρικό δίκτυο
a network of nerves and ganglia that regulates involuntary bodily functions
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
αυτόνομο πλέγμα, αυτόνομο νευρικό δίκτυο