LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Overabundance
/ˌəʊvəɹɐbˈʌndəns/
/ˈoʊvɝəˈbəndəns/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "overabundance"
Overabundance
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a quantity that is more than what is appropriate
02
the state of being more than full
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
over-the-top
over-the-shoulder shot
over-the-hill
over-the-door clothes hanger
over-the-counter market
overabundant
overachieve
overachievement
overachiever
overact
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App