Outercourse
volume
British pronunciation/aʊtˈɜːkɔːs/
American pronunciation/aʊtˈɜːkoːɹs/

Ορισμός και Σημασία του "outercourse"

01

sexual stimulation without vaginal penetration

word family

outercourse

outercourse

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store