Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Omen
01
οιωνός, προμήνυμα
a sign or event believed to indicate what will happen in the future
Παραδείγματα
The black cat was considered an unlucky omen.
Η μαύρη γάτα θεωρούνταν ένα οιωνός ατυχίας.
Dark clouds were an omen of the approaching storm.
Οι σκοτεινές σύννεφο ήταν ένα προμήνυμα της επερχόμενης καταιγίδας.
to omen
01
προμηνύω, προαναγγέλλω
to signal or serve as a sign of something
Παραδείγματα
The sudden drop in temperature omened a harsh winter.
Η απότομη πτώση της θερμοκρασίας προμήνυε έναν σκληρό χειμώνα.
Dark skies omened trouble for the hikers.
Οι σκοτεινοί ουρανοί προμήνυαν πρόβλημα για τους ορειβάτες.



























