Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
occupational
01
επαγγελματικός, σχετικός με την εργασία
related to a particular occupation, profession, or job
Παραδείγματα
Occupational hazards pose risks to workers' health and safety.
Οι επαγγελματικοί κίνδυνοι θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων.
The occupational therapist helps patients regain skills for daily living.
Ο επαγγελματικός θεραπευτής βοηθά τους ασθενείς να ανακτήσουν δεξιότητες για την καθημερινή ζωή.
Λεξικό Δέντρο
occupational
occupation



























