Obtainable
volume
British pronunciation/ɒbtˈe‍ɪnəbə‍l/
American pronunciation/əbˈteɪnəbəɫ/

Ορισμός και Σημασία του "obtainable"

obtainable
01

capable of being obtained

word family

obtain

obtain

Verb

obtainable

Adjective

unobtainable

Adjective

unobtainable

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store