Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
no end
01
άπειρα, αμέτρητα
used to emphasize an extremely high or limitless degree of something
Dialect
British
Παραδείγματα
That compliment pleased her no end.
Αυτό το κομπλιμέντο την ευχαρίστησε απείρως.
He was no end grateful for your help during the crisis.
Ήταν απείρως ευγνώμων για τη βοήθειά σας κατά τη διάρκεια της κρίσης.



























