Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
mutually beneficial
01
αμοιβαία ωφέλιμος, ωφέλιμος και για τις δύο πλευρές
creating a positive outcome or value for both sides involved in it
Παραδείγματα
The friendship between the two girls was mutually beneficial, as they supported each other through thick and thin.
Η φιλία μεταξύ των δύο κοριτσιών ήταν αμοιβαία ωφέλιμη, καθώς υποστήριζαν η μία την άλλη στις καλές και στις κακές στιγμές.
The recycling program was mutually beneficial for the environment and the economy, as it reduced waste and created jobs.
Το πρόγραμμα ανακύκλωσης ήταν αμοιβαία ωφέλιμο για το περιβάλλον και την οικονομία, καθώς μείωσε τα απόβλητα και δημιούργησε θέσεις εργασίας.



























