misuse
mis
mɪs
μισ
use
ˈjus
γουσ
British pronunciation
/mɪsjˈuːs/

Ορισμός και σημασία του "misuse"στα αγγλικά

to misuse
01

καταχρώμαι, χρησιμοποιώ λανθασμένα

to use something improperly or incorrectly
Transitive: to misuse sth
example
Παραδείγματα
The tool was misused by the apprentice who did n't understand its proper function.
Το εργαλείο κακοποιήθηκε από τον μαθητευόμενο που δεν καταλάβαινε τη σωστή του λειτουργία.
I accidentally misused the cleaning product by using it on the wrong type of surface, resulting in damage.
Εκ παραδρομής κατάχρησα το προϊόν καθαρισμού χρησιμοποιώντας το σε λάθος τύπο επιφάνειας, με αποτέλεσμα να προκληθεί ζημιά.
02

καταχρώμαι, χρησιμοποιώ κατά λάθος

to corrupt the original purpose by making something serve a completely unintended end
Transitive: to misuse sth
example
Παραδείγματα
Criminals misused the bank's systems to launder money and evade authorities.
Οι εγκληματίες κατάχρησαν τα συστήματα της τράπεζας για να ξεπλύνουν χρήματα και να αποφύγουν τις αρχές.
Social media is often misused to spread misinformation and propaganda.
Τα κοινωνικά δίκτυα συχνά καταχρώνται για τη διάδοση παραπληροφόρησης και προπαγάνδας.
01

κακή χρήση, κατάχρηση

improper or excessive use
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store