Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Mistress
02
αφέντρα, κυρία
a woman master who directs the work of others
03
δάσκαλα, καθηγήτρια
a woman schoolteacher (especially one regarded as strict)
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
αφέντρα, κυρία
δάσκαλα, καθηγήτρια