Astonied
volume
British pronunciation/ɐstˈɒnɪd/
American pronunciation/ɐstˈɑːnɪd/

Ορισμός και Σημασία του "astonied"

01

filled with the emotional impact of overwhelming surprise or shock

word family

astonied

astonied

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store