
Αναζήτηση
Mercenary
Example
The army hired mercenaries to bolster its forces during the conflict in the region.
Ο στρατός προσέλαβε μισθοφόρους επικουρικούς στρατιώτες για να ενισχύσει τις δυνάμεις του κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης στην περιοχή.
The mercenary group offered its services to the highest bidder, regardless of political affiliations.
Η μισθοφορική ομάδα προσέφερε τις υπηρεσίες της στον υψηλότερο προσφοροδότη, ανεξαρτήτως πολιτικών προσανατολισμών.
mercenary
01
μισθοφορικός, χρηματιστικός
motivated by financial gain or material rewards
Example
The company 's decision to cut corners and compromise on quality revealed its mercenary approach to business.
Η απόφαση της εταιρείας να κόψει γωνίες και να κάνει υποχωρήσεις στην ποιότητα αποκάλυψε την χρηματιστική προσέγγισή της στις επιχειρήσεις.
His mercenary mindset led him to prioritize financial gains over ethical considerations.
Η μισθοφορική του νοοτροπία τον οδήγησε να δίνει προτεραιότητα στα χρηματιστικά οφέλη παρά στις ηθικές εκτιμήσεις.
02
μισθοφορικός, μισθοφόρος
related to people who serve in a foreign army solely for financial gain
Example
The mercenary soldiers were hired by the foreign government to protect their interests in the conflict.
Οι μισθοφόροι στρατιώτες προσλήφθηκαν από την ξένη κυβέρνηση για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους στην διαμάχη.
The mercenary group was known for its willingness to fight in various conflicts worldwide for financial compensation.
Η μισθοφορική ομάδα ήταν γνωστή για την προθυμία της να πολεμά σε διάφορες συγκρούσεις σε όλο τον κόσμο για χρηματική αποζημίωση.
03
υλιστικός, προσοδοφόρος
marked by materialism

Συναφή Λέξεις