Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Mastopexy
01
μαστοπηγία, ανύψωση του στήθους
a surgical procedure that involves reshaping and repositioning the breasts to achieve a more youthful and lifted appearance
Παραδείγματα
Elsa found confidence and comfort after her successful mastopexy.
Η Έλσα βρήκε αυτοπεποίθηση και άνεση μετά την επιτυχημένη μαστοπεξία της.
Sarah chose mastopexy to restore breast symmetry after childbirth.
Η Σάρα επέλεξε τη μαστοπεξία για να αποκαταστήσει τη συμμετρία του στήθους μετά τον τοκετό.



























