Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
magnificent
01
μεγαλοπρεπής, εξαιρετικός
extremely impressive and attractive
Παραδείγματα
The bride looked absolutely magnificent in her flowing white gown as she walked down the aisle.
Η νύφη φαινόταν απολύτως υπέροχη στο λευκό της φόρεμα που κυλούσε καθώς περπατούσε στο διάδρομο.
The actor 's magnificent physique drew admiring glances from all who saw him on the red carpet.
Το μεγαλοπρεπές σώμα του ηθοποιού τράβηξε θαυμαστές ματιές από όλους αυτούς που τον είδαν στο κόκκινο χαλί.
Λεξικό Δέντρο
magnificently
magnificent
magnific



























