longitudinal
lon
ˌlɑn
λαν
gi
ʤə
τζα
tu
ˈtu
του
di
ντα
nal
nəl
ναλ
British pronunciation
/lˈɒnd‍ʒɪtjˌuːdɪnə‍l/

Ορισμός και σημασία του "longitudinal"στα αγγλικά

longitudinal
01

διαμήκης, κατά τη διαμήκη κατεύθυνση

extending in the lengthwise direction
example
Παραδείγματα
The highway featured a longitudinal design, stretching for miles in a straight line across the expansive landscape.
Ο αυτοκινητόδρομος είχε ένα διαμήκη σχέδιο, εκτείνοντας για μίλια σε ευθεία γραμμή μέσα από το εκτεταμένο τοπίο.
The longitudinal waves in the ocean, also known as oceanic waves, travel parallel to the direction of the wave.
Τα διαμήκη κύματα στον ωκεανό, γνωστά και ως ωκεάνια κύματα, κινούνται παράλληλα με την κατεύθυνση του κύματος.
02

διαμήκης, σχετικός με τις γραμμές του γεωγραφικού μήκους

of or relating to lines of longitude
03

διαμήκης, για εκτεταμένο χρονικό διάστημα

over an extended time
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store