Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
long-distance
Παραδείγματα
She enjoys participating in long-distance running events.
Απολαμβάνει να συμμετέχει σε διοργανώσεις μακρινών δρόμων.
The long-distance bus journey took over ten hours.
Το ταξίδι με λεωφορείο μεγάλης απόστασης διήρκεσε πάνω από δέκα ώρες.
1.1
μακρινής απόστασης, υπεραστικός
of or relating to or being a long-distance telephone call



























