Loiterer
volume
British pronunciation/lˈɔɪtəɹə/
American pronunciation/lˈɔɪɾɚɹɚ/

Ορισμός και Σημασία του "loiterer"

01

a person who wanders around a place without doing anything specific or intended

loiterer

n
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store