Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Limelight
01
προβολέας, φως της πίστας
a bright, focused light produced by a lamp, formerly used in theaters and other performance venues for stage lighting
Παραδείγματα
In the 19th century, theaters used limelight to highlight key performers on stage.
Τον 19ο αιώνα, τα θέατρα χρησιμοποιούσαν το φως της σόδας για να τονίσουν τους κύριους ερμηνευτές στη σκηνή.
The artist felt nervous under the bright limelight during his solo act.
Ο καλλιτέχνης αισθάνθηκε νευρικός κάτω από τα προβολείς κατά τη διάρκεια της σόλο παράστασής του.
02
πρωταγωνιστική θέση, στο επίκεντρο
the center of public attention or interest
Παραδείγματα
His bold speech put him in the limelight overnight.
Ο τολμηρός λόγος του τον έβαλε στο επίκεντρο μέσα σε μια νύχτα.
She thrived in the limelight, enjoying every moment of fame.
Ανθίσε στο προσκήνιο, απολαμβάνοντας κάθε στιγμή της φήμης.
Λεξικό Δέντρο
limelight
lime
light



























