Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Limestone
01
ασβεστόλιθος, ασβεστόπετρα
a hard gray or white rock that contains calcium and is used for making cement or as a building material
Λεξικό Δέντρο
limestone
lime
stone
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ασβεστόλιθος, ασβεστόπετρα
Λεξικό Δέντρο
lime
stone