Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
languorous
01
νωθρός, χαλαρός
characterized by a lack of energy, listlessness, or a dreamy, relaxed feeling
Παραδείγματα
The warm breeze and gentle sunlight created a languorous atmosphere, perfect for a lazy afternoon nap.
Ο ζεστός αέρας και το απαλό ηλιακό φως δημιούργησαν μια νωχελική ατμόσφαιρα, ιδανική για έναν τεμπέλικο απογευματινό ύπνο.
After a satisfying meal, a languorous feeling settled in, prompting everyone to lounge and enjoy the peaceful moment.
Μετά από ένα ικανοποιητικό γεύμα, ένα νωθρές αίσθηση εγκαταστάθηκε, προτρέποντας όλους να ξεκουραστούν και να απολαύσουν την ειρηνική στιγμή.
Λεξικό Δέντρο
languorously
languorous
languor



























