LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Lank
/lˈæŋk/
/ˈɫæŋk/
Adjective (2)
Ορισμός και Σημασία του "lank"
lank
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
ψιλόλιγνος
(of hair) long, thin and straight
02
ψιλόλιγνος
tall and thin, with an ungraceful or unattractive appearance
spindly
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App