Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Armlet
01
βραχιόλι, βραχιολάκι
a piece of jewelry worn around the upper arm, typically made of metal, wood, or cloth, and may be adorned with stones or other decorative elements
Λεξικό Δέντρο
armlet
arm
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
βραχιόλι, βραχιολάκι
Λεξικό Δέντρο