Insatiate
volume
British pronunciation/ɪnsˈeɪʃɪˌeɪt/
American pronunciation/ɪnsˈeɪʃɪˌeɪt/

Ορισμός και Σημασία του "insatiate"

01

impossible to satisfy

word family

satiate

satiate

Adjective

insatiate

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store