Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Iciness
01
ψύχος, παγωνιά
coldness due to a cold environment
02
ψυχρότητα, παγωμένη στάση
a cold, distant, or unfriendly manner characterized by a lack of warmth or emotion
Παραδείγματα
Despite her attempts at friendliness, there was an underlying iciness in her demeanor that made others feel uncomfortable.
Παρά τις προσπάθειές της για φιλικότητα, υπήρχε μια υποκείμενη ψυχρότητα στη συμπεριφορά της που έκανε τους άλλους να αισθάνονται άβολα.
His iciness towards his colleagues was evident in his curt responses and avoidance of social interactions.
Η ψυχρότητά του απέναντι στους συναδέλφους του ήταν εμφανής στις κοφτές του απαντήσεις και στην αποφυγή κοινωνικών αλληλεπιδράσεων.
Λεξικό Δέντρο
iciness
icy



























