Hyphenate
volume
British pronunciation/hˈa‍ɪfənˌe‍ɪt/
American pronunciation/ˈhaɪfəˌneɪt/

Ορισμός και Σημασία του "hyphenate"

to hyphenate
01

to divide or connect by a hyphen in writing

hyphenate

v

hyphen

v

hyphenation

n

hyphenation

n
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store