Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to applaud
01
χειροκροτώ
to clap one's hands as a sign of approval
Intransitive
Παραδείγματα
The attendees continued to applaud for several minutes to show their appreciation for the outstanding orchestra performance.
Οι παρευρισκόμενοι συνέχισαν να χειροκροτούν για αρκετά λεπτά για να δείξουν την εκτίμησή τους για την εξαιρετική εκτέλεση της ορχήστρας.
The audience erupted to applaud after a powerful and emotional scene in the play.
Το κοινό ξέσπασε σε χειροκροτήματα μετά από μια δυνατή και συναισθηματική σκηνή στο έργο.
02
χειροκροτώ, εκθειάζω
to show enthusiastic approval or praise for a person or their actions
Transitive: to applaud an action or quality
Παραδείγματα
The community wholeheartedly applauded her efforts in organizing the charity event.
Η κοινότητα χειροκρότησε ολόψυχα τις προσπάθειές της να οργανώσει τη φιλανθρωπική εκδήλωση.
The team members applauded his dedication to the project during the meeting.
Τα μέλη της ομάδας χειροκρότησαν την αφοσίωσή του στο έργο κατά τη διάρκεια της συνάντησης.
Λεξικό Δέντρο
applaudable
applauder
applaud



























