LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Hoheria
/həʊhˈiəɹɪə/
/hoʊhˈiəɹɪə/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "hoheria"
Hoheria
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
small genus of shrubs and small trees of New Zealand: lacebarks
word family
hoheria
hoheria
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
hohenzollern empire
hohenzollern
hogweed
hogwash
hogshead
hoheria populnea
hohhot
hoi tod
hoisin sauce
hoist
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App