Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Historian
01
ιστορικός, ιστοριογράφος
someone who studies or records historical events
Παραδείγματα
The historian spent years researching ancient Roman battles.
Ο ιστορικός πέρασε χρόνια ερευνώντας τις μάχες της αρχαίας Ρώμης.
A famous historian published a book on the Civil War.
Ένας διάσημος ιστορικός δημοσίευσε ένα βιβλίο για τον Εμφύλιο Πόλεμο.



























