
Αναζήτηση
to hibernate
01
χειμερία να κοιμάται, χειμερινή νάρκη
(of some animals or plants) to spend the winter sleeping deeply
Intransitive
Example
Bears hibernate in caves during the cold winter months to conserve energy.
Οι αρκούδες χειμερία να κοιμάται σε σπηλιές κατά τους κρύους χειμερινούς μήνες για να διατηρήσουν την ενέργειά τους.
Some reptiles hibernate in burrows to survive the harsh winter conditions.
Ορισμένα ερπετά χειμερία να κοιμάται σε λαγούμια για να επιβιώσουν από τις σφοδρές χειμερινές συνθήκες.
02
χειμεριάζω, υπό στασιμότητα
be in an inactive or dormant state