Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Heterozygote
01
ετεροζυγώτης, ετεροζυγωτικό άτομο
an individual organism or cell with two different alleles at a specific gene locus, having inherited different genetic information from each parent
Παραδείγματα
An organism with one allele for brown eyes and one for blue eyes is a heterozygote for the eye color gene.
Ένας οργανισμός με ένα αλληλόμορφο για καστανά μάτια και ένα για μπλε μάτια είναι ετερόζυγος για το γονίδιο του χρώματος των ματιών.
In pea plants, a heterozygote for seed color may have one allele for yellow seeds and one for green seeds.
Στα φυτά μπιζελιού, ένα ετεροζυγώτης για το χρώμα του σπόρου μπορεί να έχει ένα αλληλόμορφο για κίτρινους σπόρους και ένα για πράσινους σπόρους.



























