Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Hair coloring
01
χρωματισμός μαλλιών, βαφή μαλλιών
the act of dyeing or tinting one's hair
02
χρωματισμός μαλλιών, βαφή μαλλιών
a dye for coloring the hair
03
βαφή μαλλιών
coloring of the hair
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
χρωματισμός μαλλιών, βαφή μαλλιών
χρωματισμός μαλλιών, βαφή μαλλιών
βαφή μαλλιών