Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
gamey
01
τολμηρός, παράτολμος
willing to face danger
02
σάπιος, χαλασμένος
(used of the smell of meat) smelling spoiled or tainted
03
σκανδαλώδης, προκλητικός
suggestive of scandalous behavior or sexual impropriety
Παραδείγματα
The movie 's gamey content was too risqué for some viewers.
Το προκλητικό περιεχόμενο της ταινίας ήταν πολύ τολμηρό για μερικούς θεατές.
The book's gamey passages sparked a lot of debate among critics.
Οι προκλητικές περικοπές του βιβλίου προκάλεσαν πολλές συζητήσεις μεταξύ των κριτικών.
Λεξικό Δέντρο
gamey
game



























