Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Gaiety
01
ευθυμία, χαρά
a feeling of happiness and joy
Παραδείγματα
Despite obstacles, she maintained a spirit of optimism, warmth and gaiety.
Παρά τα εμπόδια, διατήρησε ένα πνεύμα αισιοδοξίας, ζεστασιάς και ευθυμίας.
After the stressful week, she welcomed opportunities that brought levity, diversion and gaiety to her weekends.
Μετά την αγχωτική εβδομάδα, χαιρέτισε τις ευκαιρίες που έφεραν ελαφρότητα, διασκέδαση και ευθυμία στα σαββατοκύριακά της.
02
ευθυμία, χαρά
a joyful and happy activity
Παραδείγματα
The mood of gaiety and festivity carried through the whole celebration.
Η ατμόσφαιρα της ευθυμίας και της γιορτής διαπέρασε όλη τη γιορτή.
The holiday season is typically associated with warmth, joyfulness and gaiety.
Η εορταστική περίοδος συνήθως συνδέεται με ζεστασιά, χαρά και ευθυμία.



























