Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Furunculosis
01
φουσκάλωση, βακτηριακή λοίμωξη που προκαλεί επώδυνες ελκώσεις στα ψάρια
a bacterial infection in fish causing painful ulcers, often by Aeromonas salmonicida
Παραδείγματα
A furunculosis outbreak led to painful ulcers on fish in the farm.
Ένα ξέσπασμα φρυνκούλωσης οδήγησε σε οδυνηρά έλκη στα ψάρια της φάρμας.
Quick identification and isolation are crucial to control furunculosis spread.
Ο γρήγορος εντοπισμός και η απομόνωση είναι κρίσιμα για τον έλεγχο της εξάπλωσης της φλυκταινίας.



























