Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Frugality
01
λιτότητα, οικονομία
the careful and wise use of resources, avoiding waste or unnecessary spending
Παραδείγματα
Her frugality allowed her to save enough to buy a house.
Η λιτότητά της της επέτρεψε να αποταμιεύσει αρκετά για να αγοράσει ένα σπίτι.
Frugality is essential when living on a tight budget.
Η λιτότητα είναι απαραίτητη όταν ζεις με σφιχτό προϋπολογισμό.
Λεξικό Δέντρο
frugality
frugal
frug



























