Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Fritter
01
τηγανίτα, κομμάτι φαγητού που είναι επικαλυμμένο με κουρκούτι και τηγανισμένο
a piece of food that is coated in batter and deep-fried
to fritter
01
σπαταλώ, κατασπαταλώ
spend frivolously and unwisely



























