LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Floaty
/flˈəʊti/
/flˈoʊɾi/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "floaty"
floaty
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
αιωρούμενος
able to stay on the surface of a liquid or drift in the air due to having little weight
buoyant
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App