Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
financially
01
οικονομικά, από οικονομική άποψη
in a way that is related to money or its management
Παραδείγματα
Mary manages her budget well and is financially secure.
Η Mary διαχειρίζεται καλά τον προϋπολογισμό της και είναι οικονομικά ασφαλής.
He invested wisely and became financially independent.
Επένδυσε με σύνεση και έγινε οικονομικά ανεξάρτητος.
Λεξικό Δέντρο
financially
financial
finance



























