Fictitiously
volume
British pronunciation/fɪktˈɪʃəsli/
American pronunciation/fɪktˈɪʃəsli/

Ορισμός και Σημασία του "fictitiously"

fictitiously
01

in a fictional manner (created by the imagination)

02

in a false manner intended to mislead

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store